“Ω, Πάσχα, λύτρον λύπης!”»

Πασχαλινό μήνυμα του Αρχιεπισκόπου Αλβανίας Αναστάσιου
«Το Πάσχα μας καλεί σε έξοδο από τον χώρο του άγχους, της αποκαρδιώσεως, στην περιοχή της ελπίδος. Έξοδο από τον φόβο, που γεμίζει την ψυχή μας με κατάθλιψη. “Ω, Πάσχα, λύτρον λύπης!”»  υπογραμμίζει στο Πασχαλινό μήνυμα ο Αρχιεπίσκοπος Αλβανίας Αναστάσιος. « Το φως της Αναστάσεως πλημμυρίζει με ελπίδα τον νού και η διαβεβαίωση του παθόντος και αναστάντος Χριστού στηρίζει την ψυχή: “Εν τω κόσμω θλίψιν έξετε• αλλά θαρσείτε, εγώ νενίκηκα τον κόσμον”», συμπληρώνει.


διαβάσαμε εδώ και συγκινηθήκαμε...



Ο  Φ ο ί β ο ς  μ ο ι ρ ά ζ ε τ α ι  τ ο  υ σ τ έ ρ η μ ά  τ ο υ …


Εκείνο το Πάσχα του 1952, ούτε νωρίς ούτε αργά, στις 20 Απριλίου, δέκα έξι οικογένειες χρηματιστών χτύπησαν την πόρτα του Ταμείου του Χρηματιστηρίου και ζήτησαν βοηθήματα. 


Ανάμεσά τους και ένα μικρόσωμο λουστράκι, ο εντεκάχρονος Φοίβος που έστηνε το κασελάκι του τελευταία έξω από το Καφεζαχαροπλαστείον «Ερμής» στην Αχαρνών. 


Εβένινα τα πυκνά του μαλλάκια με μια βαθιά χωρίστρα σιδηρόδρομο, πλαισίωναν το χλομιασμένο προσωπάκι του. Μια φινέτσα αρχοντόπαιδου πρόδιδε η μεταξένια επιδερμίδα του. Είχε αφήσει το κασελάκι του στην αυλή και το φυλάει ένα συνεσταλμένο και μικρότερό του κοριτσάκι. 


Ο Φοίβος, στάθηκε μαζεμένος μπροστά στην Επιτροπή με τον αριστερό του ώμο νάχει πάρει μόνιμη κλίση απ΄ το κασελάκι.



Καλημέρα σας, είπε χαμηλόφωνα και ντροπαλά με αμηχανία φανερή και τα αμυγδαλωτά του μάτια αντανακλούσαν τον ωκεανό μιας αφανέρωτης θλίψης. 


Τι ζητάς εδώ του λόγου σου μικρέ; Πώς σε άφησε να περάσεις μέσα ο φύλακας;


Το παιδί προχώρησε δυο βήματα μπροστά, έβγαλε απ΄ το στήθος του ένα φάκελο κλεισμένο, τον απίθωσε στο σκούρο μακρόστενο τραπέζι της Επιτροπής και ψιθύρισε κομπιάζοντας: 


Ο πατέρας μας, βγήκε άρρωστος απ΄ τη φυλακή και δεν έζησε πολύ. Είχε δικαστεί για χρέη στο Χρηματιστήριο που δεν είχε να τα πληρώσει. Μετά πέθανε κι η μητέρα μας από τύφο.


Είμαι ο μεγαλύτερος από τα τέσσερα παιδιά. Τα αδέρφια μου κάνουν μικροθελήματα κι εγώ είμαι λούστρος. Δε ήρθα για βοήθεια. Χθες γυάλισα τα παπούτσια ενός ανθρώπου με στολή. Δεν ξέρω αλλά σαν καπετάνιος μου φάνηκε. Θα με λυπήθηκε φαίνεται και με πλήρωσε με δυο κίτρινα φλουριά. Χρυσές λίρες θα είναι που δεν είχα ξαναδεί. 


Η μια λίρα μας φτάνει για να κάνουμε Ανάσταση. Θα πάρω κόκκινα αυγά, κουλούρια και καινούρια παπούτσια στις αδερφές μου.


Την άλλη την έφερα σε σας. Θάναι κι άλλα παιδιά σαν και μας που δεν θάχουν να περάσουν τη Λαμπρή. Εσείς ξέρετε, δώστε την σε εκείνα που θα ζητήσουν ένα βοήθημα. Να τσουγκρίσουν κι αυτά ένα αυγό.


Έφερα και μια φωτογραφία που μου άφησε ο πατέρας μου γιατί μου το ζήτησε πριν πεθάνει. Ήθελε να τον σβήσετε από το βιβλίο εκείνο όπου γράφετε τους απατεώνες. \Κάθε φορά που μας έλεγε πως ήταν τίμιος βούρκωνε...


Ο πρόεδρος άνοιξε το φάκελο. Κοίταξε τη φωτογραφία. Τα μάτια του αντέδρασαν μ΄ένα θλιβερό παιχνίδισμα. Σαν κάτι να θυμήθηκε… Γύρισε τη φωτογραφία στην πίσω πλευρά της. Έγραφε: «Χρηματιστής Γ.Μ. Ένα άτυχο πλην τίμιο θύμα της Κατοχής»….

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...